● Σχεδόν οι πάντες συμφωνούν ότι στις μέρες μας είναι ζωτική ανάγκη να διαφο-ροποιείται η επιστημονική γνώση από την ψευδοεπιστήμη. Υπάρχουν, ωστόσο, αυστηρά αντικειμενικά ή, έστω, κοινά αποδεκτά κριτήρια για το τι είναι και τι δεν είναι επιστημονικό; Και αν ναι, ποια είναι αυτά;
Η διαφοροποίηση είναι εύκολη, τουλάχιστον για τις επιστήμες της φύσης που είναι εμπει-ρικές. Για να γίνει κάτι αποδεκτό –π.χ. ένας βιολογικός μηχανισμός ή ένας φυσικός νόμος– δημοσιεύεται σε κάποιο επιστημονικό περιοδικό με κριτές και υποβάλλεται σε εξονυχιστικό πειραματικό έλεγχο από πολλούς ανεξάρτητους επιστήμονες και, αν κανείς δεν μπορέσει
να το καταρρίψει, τότε γίνεται μέρος της καθιερωμένης γνώσης και συμπεριλαμβάνεται βαθμιαία –αν πρόκειται για κάτι σημαντικό– στη διδασκόμενη ύλη και στα διδακτικά εγχειρίδια από το Λύκειο έως το Πανεπιστήμιο.
Η διάκριση μεταξύ επιστήμης και ψευδοεπιστήμης είναι λοιπόν αναμφίβολη: επιστήμη
και επιστημονική γνώση είναι οτιδήποτε έχει περάσει την παραπάνω ανοιχτή διαδικασία ελέγχου και έχει αποτυπωθεί στα έγκριτα επιστημονικά περιοδικά και τα προγράμματα σπουδών των πανεπιστημίων ή στα καθιερωμένα πανεπιστημιακά συγγράμματα.
Οτιδήποτε αρνείται να υποβληθεί σε αυτήν τη διαδικασία και μετράει μόνο προβολές στο YouTube ανήκει σίγουρα στην άλλη όχθη. Είναι η επιστήμη του… διαδικτύου ή απλώς ψευδοεπιστήμη, για να χρησιμοποιήσουμε τον καθιερωμένο όρο.
● Είναι όμως εύκολο για τον πολίτη που εκτίθεται σε καταιγισμό «επιστημονι-κών» πληροφοριών μέσω διαδικτύου να διακρίνει τι από αυτά είναι έγκυρη επιστημονική γνώση και τι ψευδοεπιστήμη;
Δεν είναι εύκολο, αλλά μπορούμε να τον βοηθήσουμε να το κάνει. Απευθυνόμενος, λοιπόν, στον πολίτη που μας διαβάζει, θα του έδινα μία πολύ πρακτική συμβουλή μέσα από το εξής παράδειγμα: Ας πούμε ότι παρακολουθεί μια ομιλία και ο ομιλητής ισχυρίζεται ότι η θεωρία της εξέλιξης –ο «αγαπημένος εχθρός» πολλών– είναι λάθος και επικαλείται διάφορα «ατράνταχτα» στοιχεία για να το στηρίξει.
Δεν έχει παρά να κάνει στον ομιλητή μία πολύ απλή ερώτηση: «Σε ποιο επιστημονικό περιοδικό έχουν δημοσιευτεί όλα αυτά που λέτε και πού διδάσκονται;». Διότι μία τόσο ριζοσπαστική ανατροπή της θεωρίας της εξέλιξης δεν μπορεί να έχει κρατηθεί μυστική. Σίγουρα θα έχει δημοσιευτεί στο πιο έγκυρο περιοδικό του κλάδου και σίγουρα θα διδάσκεται σε όλα τα τμήματα βιολογίας του κόσμου, μεταξύ αυτών και στα ελληνικά.
Και αν η απάντηση που θα πάρετε, αγαπητέ αναγνώστη, δεν είναι συγκεκριμένη, αλλά
είναι αοριστίες και λεκτικά πυροτεχνήματα, τότε ξέρετε ότι αυτό που ακούσατε δεν είναι επιστημονικός λόγος αλλά ψευδοεπιστήμη.
● Υπάρχουν όμως και άλλα θέματα, έξω από τη σφαίρα των φυσικών επιστημών –π.χ. θεωρίες συνωμοσίας για κοινωνικοπολιτικά ή ιστορικά ζητήματα–, όπου
η διάκριση μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας δεν μπορεί να γίνει με εξίσου σαφή τρόπο όπως στις θετικές επιστήμες. Σε αυτή την περίπτωση τι θα λέγατε στον ανήσυχο και ενεργό πολίτη;
Θα του έλεγα κάτι πολύ παρόμοιο με το προηγούμενο, που θα το ονόμαζα επιστημονικό τρόπο σκέψης στην καθημερινή ζωή ή απλώς καθημερινή επιστήμη. Αυτήν που χρησιμο-ποιούν οι στοιχειωδώς έξυπνοι άνθρωποι για να επεξεργάζονται το πλήθος των καθημε-ρινών δεδομένων και πληροφοριών της ζωής τους και να παίρνουν όσο γίνεται πιο ορθολογικές αποφάσεις.
Αυτή η καθημερινή επιστήμη έχει δύο απλά συστατικά. Το ένα είναι η κοινή λογική. Υποβάλλεις σε έναν λογικό έλεγχο αυτά που ακούς και αντιλαμβάνεσαι αν έχουν λογική συνοχή ή είναι –όπως έλεγαν οι παλαιότεροι– λίθοι, πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένα. Και το δεύτερο είναι η απλή ερώτηση: «Πώς το ξέρεις αυτό;» Δηλαδή η ερώ-τηση που πάντα κάνεις στον συνομιλητή σου αν πρόκειται να πάρεις μια σοβαρή απόφαση με βάση αυτά που σου λέει και θέλεις να βεβαιωθείς ότι είναι βάσιμα και όχι απλές φήμες. Με λίγη καθημερινή επιστήμη στις αποσκευές τους, οι περισσότεροι πολίτες μπορούν να αποκρούσουν εύκολα τις θεωρίες συνωμοσίας που αφθονούν «εκεί έξω».
Ένα παράδειγμα: Το ότι ο Αϊνστάιν έκλεψε τη θεωρία της σχετικότητας από τον Καραθεο-δωρή είναι βεβαίως… γνωστό! Συμφωνείτε με τον συνομιλητή σας, αλλά πολύ καλοπροαί-ρετα τον ρωτάτε: «Ναι, αλλά πώς το ξέρουμε αυτό;» Και αφού ακούσετε διάφορα για τις επιστολές του Αϊνστάιν προς τον Καραθεοδωρή, έρχεται η αποστομωτική απάντηση:
«Μα, αφού το ομολόγησε ο ίδιος ο Αϊνστάιν στην τελευταία του συνέντευξη!» Για να μη μακρηγορούμε, τέτοια συνέντευξη δεν υπάρχει.
Και όταν αναζητήσαμε την πηγή αυτής της «πληροφορίας», διαπιστώσαμε ότι ήταν η εξής μία: η εφημερίδα «Αυριανή»! Και όμως, έφτασε να αναπαράγεται αυτή η «πληροφορία» ακόμα και από επίσημους ιστότοπους.
Ενώ ο κοινός νους δεν θα χρειαζόταν τίποτα από τα παραπάνω για να «βγάλει απόφαση». Απλώς θα σκεφτόταν: Μα, καλά, και το θύμα της κλοπής –ο Καραθεοδωρής δηλαδή– γιατί δεν μίλησε ποτέ; Αυτόν τον πολίτη με τον κοινό νου χρειαζόμαστε επειγόντως, πριν ο «νέος σκοταδισμός» –όπως πολύ ωραία τον περιγράψατε, κύριε Μανουσέλη, στο τόσο στοχαστικό άρθρο σας της περασμένης εβδομάδας– φτάσει να απειλεί σοβαρά τις ήδη παραπαίουσες δημοκρατίες μας.
● Γιατί λοιπόν, σε μια εποχή σαν τη δική μας, που ορθά χαρακτηρίζεται «εποχή του επιστημονικού πολιτισμού», εξακολουθεί να υπάρχει ένας εντυπωσιακά μεγάλος επιστημονικός αναλφαβητισμός, που γεννά και τρέφει αντιεπιστημο-νικές ιδεολογίες και φοβικές αντιδράσεις απέναντι στα επιτεύγματα και τις εξελίξεις της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης;
Προφανώς, αυτό είναι το ερώτημα–κλειδί για το θέμα που συζητάμε. Δεν έχει όμως εύκο-
λη απάντηση γιατί είναι ένα πολυπαραγοντικό πρόβλημα –περιλαμβάνει και πτυχές του ανθρώπινου ψυχισμού που δεν είναι δουλειά του καθενός μας να αναλύσει–, οπότε μόνο δύο εύκολες επισημάνσεις θα μπορούσα να κάνω. Η μία είναι ο ρόλος του νέου Μεγάλου Αδελφού: ο ρόλος του διαδικτύου και κυρίως των μηχανών αναζήτησης και του τρόπου
που επιλέγουν και φέρνουν στην κορυφή τα θέματα που «μας ενδιαφέρουν». Είναι ένας μηχανισμός αόρατης χειραγώγησης που δημιουργεί μεγάλες κλειστές κοινότητες ομοφ-ρονούντων σε ένα θέμα, ικανές να ακούν μόνο τον αντίλαλο της δικής τους φωνής.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι η εγκατάλειψη από το εκπαιδευτικό σύστημα –όχι μόνο το δικό μας– της βασικής υποχρέωσης που είχε θέσει ο Διαφωτισμός και η μεγάλη παράδοση του ευρωπαϊκού ουμανισμού για την εκπαίδευση: Να διδάσκεται η επιστήμη όχι μόνο ως χρήσιμη γνώση αλλά και ως απελευθερωτική δύναμη του ανθρώπου. Να τον προφυλάσσει από τις δεισιδαιμονίες και τις προλήψεις, όπως ονειρεύτηκε τον κοινωνικό ρόλο της επιστήμης ο Ρήγας Φεραίος όταν έγραφε το «Φυσικής Απάνθισμα». Πού να ήξερε…
*Συνέντευξη του καθηγητή φυσικής Στέφανου Τραχανά, ο οποίος διδάσκει, μεταξύ άλλων, κβαντική φυσική και διαφορικές εξισώσεις στο τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Κρήτης
Η διαφοροποίηση είναι εύκολη, τουλάχιστον για τις επιστήμες της φύσης που είναι εμπει-ρικές. Για να γίνει κάτι αποδεκτό –π.χ. ένας βιολογικός μηχανισμός ή ένας φυσικός νόμος– δημοσιεύεται σε κάποιο επιστημονικό περιοδικό με κριτές και υποβάλλεται σε εξονυχιστικό πειραματικό έλεγχο από πολλούς ανεξάρτητους επιστήμονες και, αν κανείς δεν μπορέσει
να το καταρρίψει, τότε γίνεται μέρος της καθιερωμένης γνώσης και συμπεριλαμβάνεται βαθμιαία –αν πρόκειται για κάτι σημαντικό– στη διδασκόμενη ύλη και στα διδακτικά εγχειρίδια από το Λύκειο έως το Πανεπιστήμιο.
Η διάκριση μεταξύ επιστήμης και ψευδοεπιστήμης είναι λοιπόν αναμφίβολη: επιστήμη
και επιστημονική γνώση είναι οτιδήποτε έχει περάσει την παραπάνω ανοιχτή διαδικασία ελέγχου και έχει αποτυπωθεί στα έγκριτα επιστημονικά περιοδικά και τα προγράμματα σπουδών των πανεπιστημίων ή στα καθιερωμένα πανεπιστημιακά συγγράμματα.
Οτιδήποτε αρνείται να υποβληθεί σε αυτήν τη διαδικασία και μετράει μόνο προβολές στο YouTube ανήκει σίγουρα στην άλλη όχθη. Είναι η επιστήμη του… διαδικτύου ή απλώς ψευδοεπιστήμη, για να χρησιμοποιήσουμε τον καθιερωμένο όρο.
● Είναι όμως εύκολο για τον πολίτη που εκτίθεται σε καταιγισμό «επιστημονι-κών» πληροφοριών μέσω διαδικτύου να διακρίνει τι από αυτά είναι έγκυρη επιστημονική γνώση και τι ψευδοεπιστήμη;
Δεν είναι εύκολο, αλλά μπορούμε να τον βοηθήσουμε να το κάνει. Απευθυνόμενος, λοιπόν, στον πολίτη που μας διαβάζει, θα του έδινα μία πολύ πρακτική συμβουλή μέσα από το εξής παράδειγμα: Ας πούμε ότι παρακολουθεί μια ομιλία και ο ομιλητής ισχυρίζεται ότι η θεωρία της εξέλιξης –ο «αγαπημένος εχθρός» πολλών– είναι λάθος και επικαλείται διάφορα «ατράνταχτα» στοιχεία για να το στηρίξει.
Δεν έχει παρά να κάνει στον ομιλητή μία πολύ απλή ερώτηση: «Σε ποιο επιστημονικό περιοδικό έχουν δημοσιευτεί όλα αυτά που λέτε και πού διδάσκονται;». Διότι μία τόσο ριζοσπαστική ανατροπή της θεωρίας της εξέλιξης δεν μπορεί να έχει κρατηθεί μυστική. Σίγουρα θα έχει δημοσιευτεί στο πιο έγκυρο περιοδικό του κλάδου και σίγουρα θα διδάσκεται σε όλα τα τμήματα βιολογίας του κόσμου, μεταξύ αυτών και στα ελληνικά.
Και αν η απάντηση που θα πάρετε, αγαπητέ αναγνώστη, δεν είναι συγκεκριμένη, αλλά
είναι αοριστίες και λεκτικά πυροτεχνήματα, τότε ξέρετε ότι αυτό που ακούσατε δεν είναι επιστημονικός λόγος αλλά ψευδοεπιστήμη.
● Υπάρχουν όμως και άλλα θέματα, έξω από τη σφαίρα των φυσικών επιστημών –π.χ. θεωρίες συνωμοσίας για κοινωνικοπολιτικά ή ιστορικά ζητήματα–, όπου
η διάκριση μεταξύ πραγματικότητας και μυθοπλασίας δεν μπορεί να γίνει με εξίσου σαφή τρόπο όπως στις θετικές επιστήμες. Σε αυτή την περίπτωση τι θα λέγατε στον ανήσυχο και ενεργό πολίτη;
Θα του έλεγα κάτι πολύ παρόμοιο με το προηγούμενο, που θα το ονόμαζα επιστημονικό τρόπο σκέψης στην καθημερινή ζωή ή απλώς καθημερινή επιστήμη. Αυτήν που χρησιμο-ποιούν οι στοιχειωδώς έξυπνοι άνθρωποι για να επεξεργάζονται το πλήθος των καθημε-ρινών δεδομένων και πληροφοριών της ζωής τους και να παίρνουν όσο γίνεται πιο ορθολογικές αποφάσεις.
Αυτή η καθημερινή επιστήμη έχει δύο απλά συστατικά. Το ένα είναι η κοινή λογική. Υποβάλλεις σε έναν λογικό έλεγχο αυτά που ακούς και αντιλαμβάνεσαι αν έχουν λογική συνοχή ή είναι –όπως έλεγαν οι παλαιότεροι– λίθοι, πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένα. Και το δεύτερο είναι η απλή ερώτηση: «Πώς το ξέρεις αυτό;» Δηλαδή η ερώ-τηση που πάντα κάνεις στον συνομιλητή σου αν πρόκειται να πάρεις μια σοβαρή απόφαση με βάση αυτά που σου λέει και θέλεις να βεβαιωθείς ότι είναι βάσιμα και όχι απλές φήμες. Με λίγη καθημερινή επιστήμη στις αποσκευές τους, οι περισσότεροι πολίτες μπορούν να αποκρούσουν εύκολα τις θεωρίες συνωμοσίας που αφθονούν «εκεί έξω».
Ένα παράδειγμα: Το ότι ο Αϊνστάιν έκλεψε τη θεωρία της σχετικότητας από τον Καραθεο-δωρή είναι βεβαίως… γνωστό! Συμφωνείτε με τον συνομιλητή σας, αλλά πολύ καλοπροαί-ρετα τον ρωτάτε: «Ναι, αλλά πώς το ξέρουμε αυτό;» Και αφού ακούσετε διάφορα για τις επιστολές του Αϊνστάιν προς τον Καραθεοδωρή, έρχεται η αποστομωτική απάντηση:
«Μα, αφού το ομολόγησε ο ίδιος ο Αϊνστάιν στην τελευταία του συνέντευξη!» Για να μη μακρηγορούμε, τέτοια συνέντευξη δεν υπάρχει.
Και όταν αναζητήσαμε την πηγή αυτής της «πληροφορίας», διαπιστώσαμε ότι ήταν η εξής μία: η εφημερίδα «Αυριανή»! Και όμως, έφτασε να αναπαράγεται αυτή η «πληροφορία» ακόμα και από επίσημους ιστότοπους.
Ενώ ο κοινός νους δεν θα χρειαζόταν τίποτα από τα παραπάνω για να «βγάλει απόφαση». Απλώς θα σκεφτόταν: Μα, καλά, και το θύμα της κλοπής –ο Καραθεοδωρής δηλαδή– γιατί δεν μίλησε ποτέ; Αυτόν τον πολίτη με τον κοινό νου χρειαζόμαστε επειγόντως, πριν ο «νέος σκοταδισμός» –όπως πολύ ωραία τον περιγράψατε, κύριε Μανουσέλη, στο τόσο στοχαστικό άρθρο σας της περασμένης εβδομάδας– φτάσει να απειλεί σοβαρά τις ήδη παραπαίουσες δημοκρατίες μας.
● Γιατί λοιπόν, σε μια εποχή σαν τη δική μας, που ορθά χαρακτηρίζεται «εποχή του επιστημονικού πολιτισμού», εξακολουθεί να υπάρχει ένας εντυπωσιακά μεγάλος επιστημονικός αναλφαβητισμός, που γεννά και τρέφει αντιεπιστημο-νικές ιδεολογίες και φοβικές αντιδράσεις απέναντι στα επιτεύγματα και τις εξελίξεις της σύγχρονης τεχνοεπιστήμης;
Προφανώς, αυτό είναι το ερώτημα–κλειδί για το θέμα που συζητάμε. Δεν έχει όμως εύκο-
λη απάντηση γιατί είναι ένα πολυπαραγοντικό πρόβλημα –περιλαμβάνει και πτυχές του ανθρώπινου ψυχισμού που δεν είναι δουλειά του καθενός μας να αναλύσει–, οπότε μόνο δύο εύκολες επισημάνσεις θα μπορούσα να κάνω. Η μία είναι ο ρόλος του νέου Μεγάλου Αδελφού: ο ρόλος του διαδικτύου και κυρίως των μηχανών αναζήτησης και του τρόπου
που επιλέγουν και φέρνουν στην κορυφή τα θέματα που «μας ενδιαφέρουν». Είναι ένας μηχανισμός αόρατης χειραγώγησης που δημιουργεί μεγάλες κλειστές κοινότητες ομοφ-ρονούντων σε ένα θέμα, ικανές να ακούν μόνο τον αντίλαλο της δικής τους φωνής.
Ο δεύτερος παράγοντας είναι η εγκατάλειψη από το εκπαιδευτικό σύστημα –όχι μόνο το δικό μας– της βασικής υποχρέωσης που είχε θέσει ο Διαφωτισμός και η μεγάλη παράδοση του ευρωπαϊκού ουμανισμού για την εκπαίδευση: Να διδάσκεται η επιστήμη όχι μόνο ως χρήσιμη γνώση αλλά και ως απελευθερωτική δύναμη του ανθρώπου. Να τον προφυλάσσει από τις δεισιδαιμονίες και τις προλήψεις, όπως ονειρεύτηκε τον κοινωνικό ρόλο της επιστήμης ο Ρήγας Φεραίος όταν έγραφε το «Φυσικής Απάνθισμα». Πού να ήξερε…
*Συνέντευξη του καθηγητή φυσικής Στέφανου Τραχανά, ο οποίος διδάσκει, μεταξύ άλλων, κβαντική φυσική και διαφορικές εξισώσεις στο τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Κρήτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου