Μέχρι την εποχή του Γαλιλαίου, η επιστήμη και η αυθεντία του Αριστοτέλη είχαν κυ-
ριαρχήσει για πολύ καιρό στο δυτικό πνεύμα, για να το οδηγήσουν τελικά σε αδιέξοδο.
Η αριστοτελική φιλοσοφία ήταν η πιο ευρύχωρη από όλες τις φιλοσοφίες. Καταρχήν
εξηγούσε τα πάντα, καθώς ασχολούνταν περισσότερο με αιτίες παρά δομές, και προ-
τιμούσε τις κατηγορίες από τις αφαιρέσεις. Για παράδειγμα, ο Γαλιλαίος μπορούσε να περιγράψει μαθηματικά πως θα έπεφτε μια πέτρα υπό ιδανικές συνθήκες. Δεν μπορού-
σε να πει γιατί έπεφτε. Η φυσική του Αριστοτέλη, αντίθετα, δεν μπορούσε να μετρήσει
την κίνηση της πέτρας. Αλλά δεν έπρεπε να περιμένει κανείς μια τέτοια κίνηση σε έναν πραγματικό κόσμο όπου υπάρχει τριβή και πολυπλοκότητα και όπου οι ιδανικές συνθή-
κες δεν εμφανίζονται ποτέ. Ο Αριστοτέλης μπορούσε να κάνει σπουδαιότερα πράγματα. Μπορούσε να εξηγήσει γιατί έπεφτε μια πέτρα, γιατί οι σπίθες πετάνε προς τα πάνω
και γιατί τα αστέρια γυρίζουν στον ουρανό.
Κάτω από τη φυσική της έκφραση, ως μετατόπιση, η αριστοτελική κίνηση είναι μετα-
φυσική, είναι μια περίπτωση αλλαγής, μια απόδειξη ατέλειας. Η αλλαγή είναι η πράξη
με την οποία τα πράγματα πραγματώνουν τις δυνητικές τους ικανότητες σε έναν κόσμο
που τείνει πάντοτε να εκπληρώσει τη θέληση του δημιουργού του επιδιώκοντας την
τάξη, που σημαίνει το καλό, όσο βέβαια του το επιτρέπει η διαφθορά του. Σε έναν τακτοποιημένο κόσμο υπάρχει εξ ορισμού μια ορισμένη θέση για το καθετί. Τα βαριά πράγματα έχουν θέση στον πάτο. Επομένως, η πρόταση ότι η πέτρα πέφτει επειδή
ανήκει στην κατηγορία των πραγμάτων που είναι βαριά αποτελεί πλήρη εξήγηση.
Έτσι και η φωτιά σηκώνεται ψηλά επειδή είναι ελαφριά. Η θέση αυτού του στοιχείου
είναι στην αιθέρια περιοχή, με τον αέρα από κάτω του, το νερό κάτω από τον αέρα
και την αδρή γη μαζεμένη γύρω από το κέντρο. Αλλά τι γίνεται με το βέλος; Εδώ πρέ-
πει να γίνει μια διάκριση στις κινήσεις. Η κίνησή του δεν είναι φυσική, αλλά εξαναγ-
κασμένη, δεν είναι τακτική, αλλά άτακτη και βίαιη. Πρέπει να έχει κάποια αιτία.
Η λογική απαιτεί να μην εξακολουθούν τα αποτελέσματα να υπάρχουν όταν παύουν
οι αιτίες τους. Γι αυτό, κάθε παρά φύση κίνηση προϋποθέτει έναν κινητήριο παράγον-
τα και απαιτεί εξήγηση.
Τι λοιπόν κινεί το βέλος αφού φύγει από τη χορδή του τόξου; Σε μια φιλοσοφία που
δεν έχει καμιά αξία να δεν είναι οικουμενική, το να μην έχει κανείς απάντηση είναι
σαν να μην έχει επιστήμη, και έπειτα από μερικούς δισταγμούς, ο Αριστοτέλης αντε-πεξέρχεται στη δυναμική αυτή δυσκολία με τον αέρα. Να τι αναγκάζει το βλήμα να
κινείται: το περιβάλλον μέσο, που κλείνει πίσω του. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να
υπάρξει κίνηση στο κενό. Δεν μπορεί καν να υπάρξει φυσική κίνηση, γιατί στην πε-
ρίπτωση αυτή το μέσο χρησιμεύει για να επιβραδύνει το σώμα. Στο κενό, μια πέτρα
θα έπεφτε ακαριαία. Μια και αυτό είναι παράλογο, η φύση δεν γνωρίζει το κενό και
ο κόσμος πρέπει να είναι ένας πλήρης χώρος πεπερασμένος και μάλλον μικρός με μεταγενέστερα κριτήρια. Αλλά η απόρριψη του κενού χώρου έχει βαθύτερες ρίζες
από την αποστροφή προς το κενό. Φτάνει ως τα ίδια τα θεμέλια της αριστοτελικής φιλοσοφίας. Σε έναν κενό χώρο δεν μπορεί να υπάρχουν θέσεις, και ο στόχος αυτής
της φιλοσοφίας ήταν να ορίσει τη σωστή και απαραίτητη θέση για κάθε είδους ον,
ανάλογα με το σκοπό που εξυπηρετούσε. Ούτε μπορεί να υπάρχει ύπαρξη μέσα στο
τίποτα. Σε έναν κενό χώρο καμιά πέτρα δεν θα ήξερε που να πάει, καμιά φλόγα δεν
θα έβρισκε τρόπο να υψωθεί. Η ίδια η έννοια της κατεύθυνσης ή της τάξης θα έχανε
το νόημά της. Η παραδοχή του κενού ισοδυναμεί με αποδοχή της κυριαρχίας του χά-
ους, όπου βασιλιάς είναι η σύγχυση, αντί για τον δικό μας κόσμο, το γεμάτο νόημα.
Έτσι είναι ολόκληρη η φυσική του Αριστοτέλη. Ήταν μια σοβαρή φυσική, μια συνεκ-
τική και λεπτοδουλεμένη ιδεατή έκφραση των φυσικών φαινομένων. Ξεκινούσε από
την εμπειρία που αποκτούμε με τον κοινό νου, και μέσο του ορισμού, της ταξινόμησης
και της παραγωγής κατέληγε στη λογική απόδειξη. Όργανό της ήταν ο συλλογισμός
παρά το πείραμα ή εξίσωση. Στόχος της ήταν να φτάσει σε μια ορθολογική εξήγηση
του κόσμου, δείχνοντας πως οι μυριάδες τα εξαρτημένα μέσα εξυπηρετούσαν τον
ευρύτερο σκοπό της τάξης. Και οι διαδικασίες της ανταποκρίνονταν στα ενδιαφέ-
ροντά της. Η άμεση και ακριβής παρατήρηση, η ταξινόμηση των μορφών κατά είδη,
η ανάλυση του τρόπου με τον οποίο το μέρος υπηρετεί το όλο – όλα αυτά είναι εδώ
ως ένα σημείο χρήσιμες πράξεις στη φυσική ιστορία, όπως ονόμαζαν την περιγραφή
της ζωής και του περιβάλλοντός της ως τον 19ο αιώνα. Γιατί μέχρι τότε η βιολογία δεν
έδειχνε πρόθυμη να ξεπεράσει την αριστοτελική αντίληψη του σκοπού στη φύση και
να ακολουθήσει τη φυσική στο δρόμο της αντικειμενικότητας. Άλλωστε, η αριστοτε-
λική φυσική διέθετε τεράστια ανθρώπινα πλεονεκτήματα που έλειπαν από τη φυσική,
η οποία αναπτύχθηκε μετά τον Γαλιλαίο. Εύκολα συμφωνούσε με την έννοια της θείας πρόνοιας στη φύση. Αποτελώντας το φυσικό σύστημα που υπεράσπιζε την περί κόσμου αντίληψη του ισλάμ, του ιουδαϊσμού και του χριστιανισμού, έγινε η επιστημονική ορ-
θοδοξία και των τριών αυτών θρησκειών που διέπλασαν την Δύση, όταν αναδύθηκε
από τους σκοτεινούς αιώνες που ακολούθησαν την πτώση της Ρώμης. Γιατί η αριστο-
τελική φυσική έδινε νόημα και δυνάμωνε στα χέρια των ανθρώπων του Θεού και όλων
όσων πάλευαν να λυτρώσουν τον πολιτισμό, την κουλτούρα και την αλήθεια από τη βαρβαρότητα.
Μόνον ένα πρόβλημα υπήρχε : ότι ήταν λάθος.
Πηγή : “Στην Κόψη της Αλήθειας” , Charles Coulston Gillispie, μετάφραση: Δημοσθένης Κούρτοβικ, Mορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1986
*Αναδημοσίευση από το physicsgg.me
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου